Του Κωνσταντίνου Παπακασόλα
Στη χώρα μας υπάρχει μια «αδυναμία» του νομικού και φορολογικού μας συστήματος. Το σύστημα παριστάνει ότι ΔΕΝ μπορεί να διαχωρίσει την φοροδιαφυγή κάποιου που δούλεψε και έφτιαξε μια τουαλέτα αλλά δεν έκοψε απόδειξη όταν πληρώθηκε, από την εγκληματική πράξη κάποιου που πήρε μίζα για να βλάψει το δημόσιο συμφέρον ωφελώντας κάποιον τρίτο.
Έτσι εξισώνονται οι μικροαπατεώνες με τους εγκληματίες, και το κράτος προσπαθεί μετά, αποσπασματικά μόνο, να… πατάξει τις «εγκληματικές» πράξεις.
Στα κράτη δικαίου ο φοροφυγάς όταν πιαστεί, πληρώνει το φόρο και το πρόστιμο που του αναλογεί, ενώ ο εγκληματίας τιμωρείται ποινικά και το οικονομικό προϊόν του εγκλήματος κατάσχεται. Στη χώρα μας ίσχυσε μόνο το πρώτο:
Η φοροδιαφυγή είναι ο ένας απ΄ τους τρόπους απώλειας εσόδων του κράτους. Ο άλλος, που έχει και μεγαλύτερο μέγεθος, είναι η διαφθορά. Εάν λοιπόν υποθέταμε ότι είναι δίκαιο να λαμβάνονται ακραία φορολογικά μέτρα, στην ουσία τεκμήρια κλεψιάς, που κοστίζουν δυσανάλογα στην ανάπτυξη της χώρας μάλιστα σε χρόνο και χρήμα, ένα καλό ερώτημα είναι γιατί το κράτος δεν εφαρμόζει κάτι ανάλογο και για τη διαφθορά. Δηλαδή δεν θεσπίζει αντίστοιχους φόρους, τέλη ή οτιδήποτε απ΄ τα οποία θα απαλλάσσονται μόνο όσοι δημόσιοι λειτουργοί ή εμπλεκόμενοι με συναλλαγές του δημόσιου αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες.